ΕΝΔΟΔΑΠΕΔΙΑ ΘΕΡΜΑΝΣΗ
Σε αντίθεση με την συμβατική θέρμανση, στην ενδοδαπέδια οι σωληνώσεις δεν χρησιμοποιούνται για την τροφοδότηση κάποιου θερμαντικού σώματος, αλλά παίζουν οι ίδιοι το ρόλο του θερμικού στοιχείου, διατρέχοντας το δάπεδο σε μορφή επάλληλης στρώσης ή μαιάνδρου και σε συνδυασμό με ειδικής σύστασης θερμομπετόν που τις καλύπτει αποδίδουν την θερμότητα στο χώρο. Η ενδοδαπέδια θέρμανση εφαρμόζεται κυρίως τις δύο τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, λίγοι γνωρίζουν ότι το συγκεκριμένο σύστημα ήταν γνωστό ήδη από την αρχαιότητα καθώς από αρχαιολογικές έρευνες έχει προκύψει ότι κατά τη Ρωμαϊκή εποχή το ενδοδαπέδιο σύστημα θέρμανσης είχε χρησιμοποιηθεί με επιτυχία. Αργότερα, το σύστημα ξεχάστηκε και οι πρώτες προσπάθειες για την επαναφορά του έγιναν ανεπιτυχώς στις αρχές του αιώνα μας, καθώς οι προς χρήση σωλήνες ήταν μεταλλικοί και διαβρώνονταν εύκολα. Τη δεκαετία του 1970, η ανάπτυξη της βιομηχανίας πλαστικών και μονωτικών υλικών επέτρεψε την επιτυχημένη εφαρμογή του συστήματος με σημερινά κριτήρια.
Σε ένα σύστημα ενδοδαπέδιας θέρμανσης, οι βασικές διατάξεις που χρησιμοποιούνται είναι ίδιες με εκείνες των συμβατικών συστημάτων: καυστήρας, λέβητας, κυκλοφορητής, ενώ μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε καύσιμο (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κλπ.). Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι οι τελικοί αποδέκτες του ζεστού νερού δεν είναι τα σώματα καλοριφέρ αλλά το ίδιο το δάπεδο, το οποίο λειτουργεί ως θερμαντικό σώμα. Αφού θερμομονωθεί το δάπεδο από κάτω, απλώνεται ένα σύστημα σωλήνων οι οποίοι μεταφέρουν το ζεστό νερό σε όλη του την επιφάνεια.
Κύρια αρχή λειτουργίας της ενδοδαπέδιας θέρμανσης είναι η χρήση του δαπέδου ως θερμαντικό σώμα. Οι σωλήνες κατανέμουν τη θερμότητα στους χώρους διαβίωσης με χαμηλότερη θερμοκρασία νερού προσαγωγής. Εξαιτίας της έλλειψης φυσαλίδων αέρα στο θερμομπετόν, η θερμότητα διαχέεται στον εσωτερικό χώρο. Επιπλέον, η πυκνή διάστρωση των σωλήνων κοντά στους εξωτερικούς τοίχους αναχαιτίζει το ψύχος, ενώ η αραιότερη διάστρωση τους στο εσωτερικό των δωματίων επιτρέπει την χαμηλότερη μετάδοση θερμικών φορτίων. Χάρη στις χαμηλές θερμοκρασίες δαπέδου, οι οποίες δεν ξεπερνούν τους 28°C, δεν παρατηρούνται βίαιες μετακινήσεις αερίων μαζών.
Οι σωλήνες κατανέμουν τη θερμότητα εκεί που χρειάζεται (και όχι στο υπόγειο ή στους εξωτερικούς τοίχους) και αποδίδουν με ελάχιστη αδράνεια και με χαμηλότερη θερμοκρασία του νερού προσαγωγής. Έτσι, το δάπεδο θερμαίνεται σιγά σιγά και ακτινοβολεί τη θερμότητα στον αέρα. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ομοιόμορφη θέρμανση του αέρα, από κάτω προς τα πάνω, και όχι συγκέντρωση της θέρμανσης κοντά στα σώματα.
Έτσι, το δάπεδο ακτινοβολεί θερμότητα, που διαχέεται ομοιόμορφα στο χώρο, χωρίς να δημιουργεί χωροταξικούς περιορισμούς, όπως τα θερμαντικά σώματα στην συμβατική θέρμανση. Επίσης, δημιουργεί ιδανική ατμόσφαιρα και υγιεινή διαβίωση στους ανθρώπους που ζουν στο χώρο, καθώς η κατανομή θερμότητας διατηρεί ζεστά πόδια και κρύο κεφάλι. Λόγω της χαμηλής θερμοκρασίας του εκπέμποντος δαπέδου, ελαχιστοποιείται η αφύγρανση του χώρου και εξαλείφονται τα μειονεκτήματα της κλασσικής θέρμανσης με σώματα ακτινοβολίας ή σώματα με εξαναγκασμένη κυκλοφορία ζεστού αέρα (fun coils).
Μια εγκατάσταση ενδοδαπέδιας θέρμανσης μπορεί να λειτουργήσει άψογα με όλους σχεδόν τους τύπους πηγών ενέργειας, με ιδανικότερο συνδυασμό την επιλογή χρήσης αντλίας θερμότητας, καθώς οι χαμηλές θερμοκρασίες προσαγωγής συντελούν στη μείωση της κατανάλωσης της αντλίας θερμότητας. Επίσης απαιτείται η ύπαρξη τρίοδης ή τετράοδης βάνας ανάμειξης και κατάλληλου συστήματος αντιστάθμισης ώστε το νερό προσαγωγής να μην ξεπερνά τους 45°C, εφόσον θα χρησιμοποιηθεί λέβητας οποιουδήποτε είδους.
Όπως όλα τα συστήματα θέρμανσης, συμβατικά ή «εναλλακτικά», και η ενδοδαπέδια θέρμανση έχει τα αδύνατα σημεία της, με κυριότερο ίσως μειονέκτημα το γεγονός ότι είναι ένα σύστημα μεγάλης αδράνειας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι απαιτείται κάποιος χρόνος προκειμένου να αντιληφθεί τις διάφορες εντολές που του δίνουμε (on-off, μεταβολές θερμοκρασίας). Έτσι, από τη στιγμή που θέτουμε σε λειτουργία το σύστημα, είναι απαραίτητο να περάσει κάποια ώρα μέχρι να θερμανθεί ο χώρος μας.
Προορίζεται συνεπώς για εφαρμογές θέρμανσης με αρκετές ώρες λειτουργίας ημερησίως προκειμένου να είναι αποδοτικό (τόσο όσον αφορά τη θέρμανση που μας προσφέρει όσο και για να αξιοποιηθεί το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους λειτουργίας). Έτσι, εάν κάποιος καταναλωτής έχει απαιτήσεις θέρμανσης οι οποίες είναι λιγότερες από 5-6 ώρες ημερησίως, ενδεχομένως η ενδοδαπέδια θέρμανση να μην είναι το κατάλληλο σύστημα καθώς για να αποδώσει θα πρέπει να λειτουργεί περισσότερες ώρες απ’ ό,τι πραγματικά χρειάζεται.
Σωλήνες που χρησιμοποιούνται εδώ είναι: RETIFLEX-NOXY, FLEXITHERM-NOXY, OCTATHERM-NOXY, ALPERTSOL και NOXY-AL.